|
Η
ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΣΥΡΟΥ
Η Σύρος
κατοικήθηκε για πρώτη φορά την 3η π.Χ. χιλιετία,
την εποχή που είναι γνωστή ως πολιτισμός
Κέρου-Σύρου, επειδή η Σύρος υπήρξε ένα από τα
σημαντικότερα κέντρα της.
Ο οικισμός της περιόδου αυτής βρισκόταν στο
ανατολικό τμήμα και ήρθε στο φως από τον
αρχαιολόγο Χρήστο Τσούντα στη Χαλανδριανή. Εκεί
βρέθηκαν σημαντικά τμήματα οχύρωσης (στη θέση
Καστρί), ερείπια οικιών, εργαστηρίων
μεταλλοτεχνίας και κεραμικής, καθώς και 600
περίπου τάφοι. Από αυτούς προέρχονται πολυάριθμα
κτερίσματα που σήμερα κοσμούν το Εθνικό
Αρχαιολογικό Μουσείο στην Αθήνα και το
Αρχαιολογικό Μουσείο στην Ερμούπολη. Αξίζει να
μνημονεύσουμε μερικά από αυτά ένα πήλινο
ζωομορφικό ειδώλιο σε σχήμα καθιστής αρκούδας
που κρατά με τα μπροστινά πόδια της μικρή γαβάθα ,
ένα μοναδικό πήλινο σύμπλεγμα από 7 σφαιρικές
πυξίδες κολλημένες κυκλικά γύρω από μία
μεγαλύτερη σε μέγεθος μήτρες από σχιστόλιθο για
την κατασκευή μεταλλικών αντικειμένων ένα
αργυρό διάδημα με στικτή διακόσμηση πιθανώς
θρησκευτικού χαρακτήρα μαρμάρινα ειδώλια πολλά
τηγανοειδή, δηλαδή σκεύη με σχήμα θυμίζει το
σημερινό τηγάνι, των οποίων ο προορισμός
παραμένει ασαφής.
Μετά το τέλος της εποχής αυτής και ως τον 8ο π.Χ.
αιώνα υπάρχουν σποραδικά ευρήματα στο νησί που
ανήκουν στα μυκηναϊκά και τα γεωμετρικά χρόνια,
τα οποία όμως δεν μας βοηθούν να σχηματίσουμε μια
συνολική εικόνα για τον πληθυσμό της Σύρου των
χρόνων αυτών. Είναι πάντως φανερό ότι η ζωή στο
νησί συνεχίστηκε απρόσκοπτα.
Οι ιστορικές μαρτυρίες πληθαίνουν από τον 8ο
αιώνα. Τότε έφθασαν στο νησί Φοίνικες έμποροι
άποικοι από την Τύρο που όργωναν τις θάλασσες με
τα καράβια τους. Σε αυτούς οφείλεται η ονομασία
του νησιού (η λέξη Τύρος στα Φοινικικά προφέρεται
Σουρ και εξελληνισμένα Σύρος). Στους Φοίνικες
οφείλεται και η ονομασία του χωριού Φοίνικας. Τη
μαρτυρία για την άφιξη των Φοινίκων αναφέρει και
ο Όμηρος, που ονομάζει το νησί Συρίη, ενώ ο
Διογένης ο Λαέρτιος την αποκαλεί Σύρα. Μετά τους
Φοίνικες εγκαταστάθηκαν στη Σύρο οι Ίωνες με
αρχηγό τον Ιππομέδοντα. Αρκετά χρόνια αργότερα,
όταν στη Σάμο κυβερνούσε ο Πολυκράτης (6ος π.Χ.
αιώνας) Σάμιοι κατέλαβαν τη Σύρο με τη βοήθεια
ενός Συριανού, του Κιλλικώντα. Την ίδια εποχή
γεννήθηκε και έζησε στο νησί ο φιλόσοφος
Φερεκύδης, γιος του Βάβυος, που αργότερα πήγε στη
Σάμο και έγινε δάσκαλος του Πυθαγόρα. Στη Σύρο
υπάρχουν δύο σπηλιές που θεωρούνται ως τόπος
διαμονής του φιλοσόφου. Η μία βρίσκεται στην
ανατολική πλευρά κάτω από τον οικισμό του
Ρηχωπού, η άλλη στην Αληθινή, πάνω από την
Ερμούπολη και την Άνω Σύρο. Ο Φερεκύδης θεωρείται
ευρετής του ηλιοτροπίου, δηλαδή του ηλιακού
ρολογιού. Ένα σχέδιο, που ίσως ταυτίζεται με το
ηλιοτρόπιο του Φερεκύδη, βρέθηκε το 1974 σ' ένα
βράχο στα νότια του όρμου του Γαλησσά, πίσω από το
λόφο της Αγίας Πακούς.
Την εποχή των Περσικών Πολέμων η Σύρος
υποτάχτηκε στους Πέρσες, αλλά σύντομα
απελευθερώθηκε με τη βοήθεια των Αθηναίων και
στη συνέχεια έγινε μέλος της Α΄ Αθηναϊκής
Συμμαχίας (478/7 π.Χ.). Κατά τους κλασικούς χρόνους
(5ος και 4ος αιώνες ) παρέμεινε στη σκιά της
γειτονικής Δήλου, είχε όμως ανεξάρτητο πολίτευμα
που σε πολλά μιμούταν το αθηναϊκό. Αντίθετα,
μεγαλύτερη ακμή γνώρισε στους ελληνιστικούς και
ρωμαϊκούς χρόνους. Αυτό φανερώνεται από τις
επιγραφές και τα νομίσματα που βρέθηκαν στις
σποραδικές ανασκαφές ή τις περιστασιακές
έρευνες που πραγματοποιήθηκαν κυρίως κατά τον 19ο
αιώνα. Από αυτές τις πηγές μαθαίνουμε ότι στο
νησί λατρευόταν ιδιαίτερα ο Ποσειδώνας Ασφάλιος,
η Αθηνά Φρατρία, η Δήμητρα και η Κόρη, η Ίσις και
οι Κάβειροι, ο Ερμής, ο Πάνας, ο Διόνυσος, ο
Σάραπις και ο Κτήσιος Δίας. Δυστυχώς, από τα
μνημεία της αρχαίας πόλης της Σύρου δεν σώζεται
σχεδόν τίποτε, αφού η σημερινή Ερμούπολη
κατέλαβε τη θέση της. Τμήμα του αρχαίου τείχους
διακρίνεται ενσωματωμένο σε τοίχο δίπλα στο
Δημοτικό Γυμναστήριο ενώ κινητά ευρήματα
εκτίθενται στο Μουσείο της Σύρου.
Με την κατάλυση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η
Σύρος ακολούθησε τη μοίρα των υπόλοιπων Κυκλάδων
και πέρασε στο Βυζάντιο. Κατά το μεγαλύτερο
διάστημα παρέμεινε σε αφάνεια. Οι σεισμοί του 4ου
αιώνα της κατάφεραν ισχυρά πλήγματα και από τον
7ο αιώνα αντιμετώπισε τις πειρατικές επιδρομές
των Σαρακηνών που συνεχίστηκαν μέχρι τα μέσα του
10ου αιώνα.
Όταν το 1204
οι Σταυροφόροι κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη
και ίδρυσαν τα διάφορα δουκάτα και πριγκιπάτα
στον ελληνικό ηπειρωτικό και νησιώτικο χώρο, η
Σύρος και οι υπόλοιπες Κυκλάδες περιήλθαν στον
Μάρκο Σανούδο ως τμήμα του δουκάτου του Αιγαίου,
που είχε έδρα τη Νάξο. Από το 1284 ως το 1566, το νησί
παραχωρήθηκε ως δώρο ή ως προίκα σε διάφορα μέλη
αριστοκρατικών οικογενειών, αν και ήδη από το 1537
ο Φράγκος δούκας του νησιού ήταν υποτελής του
Σουλτάνου. Το 1566 το νησί καταλήφθηκε οριστικά από
τους Τούρκους, οι οποίοι όμως το διοικούσαν μέσω
των τοπικών αρχόντων. Μάλιστα, το 1580 ο σουλτάνος
Μουράτ Γ΄ παραχώρησε στους Συριανούς προνόμια
που αφορούσαν εκκλησιαστικά, φορολογικά,
δικαστικά και διοικητικά ζητήματα.
Τον 17ο και τον 18ο αιώνα η Σύρος δοκιμάστηκε συχνά
από πειρατικές επιδρομές από τις οποίες η πιο
καταστρεπτική ήταν εκείνη του 1617. Τότε φονεύθηκε
ο καθολικός επίσκοπος Ανδρέας Κάργας μαζί με
άλλους προκρίτους, κάηκαν πολλά σπίτια και μύλοι
της πόλης, λεηλατήθηκαν ναοί και αιχμαλωτίστηκαν
πολλοί κάτοικοι. Δεινή ήταν η θέση του νησιού και
κατά τους τουρκο-ενετικούς πολέμους (1664-69 και
1684-89).
Λίγο πριν από τα μέσα του 17ου αιώνα
εγκαταστάθηκαν στη Σύρο μοναχοί του τάγματος των
Καπουτσίνων και στα μέσα του 18ου αιώνα μοναχοί
Ιησουίτες και μοναχές Ουρσουλίνες. Οι μοναχοί
αυτοί, όπως και οι ιερείς, ασχολήθηκαν με την
εκπαίδευση και την περίθαλψη των φτωχών και
απόρων και γι' αυτό έγιναν ιδιαίτερα αγαπητοί.
Στους δύο αυτούς αιώνες οι σχέσεις των Συριανών
με τη Δύση έγιναν πιο στενές, όπως μαρτυρούν τα
κείμενα των περιηγητών που επισκέφθηκαν το νησί.
Κατά τον Β' Ρωσοτουρκικό πόλεμο η Σύρος
καταλήφθηκε από τους Ρώσους (1770), στην κυριαρχία
των οποίων έμεινε μέχρι το 1774. Τότε, με την
συνθήκη του Κιουτσούκ - Καϊναρτζή, τα νησιά
πέρασαν και πάλι στους Τούρκους, αλλά οι Συριανοί
ευνοήθηκαν ιδιαίτερα όταν ο σουλτάνος Αβδούλ
Χαμίτ χάρισε το νησί στην ανιψιά του Σαχ
Σουλτάνα. Τότε δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις
για την οικονομική άνοδο του νησιού που
ολοκληρώθηκε τον επόμενο αιώνα με την ίδρυση της
Ερμούπολης.
Κατά τους Απελευθερωτικούς Αγώνες του 1821, επειδή
το νησί βρισκόταν υπό Γαλλική προστασία αλλά και
επειδή δεν διέθετε την ναυτιλία ή την σκληρή
οικονομία άλλων νησιών όπως η 'Ύδρα ή οι Σπέτσες,
οι Συριανοί δεν πήραν ενεργό μέρος. Έδωσαν όμως
άσυλο στους πρόσφυγες που συνέρεαν διαρκώς από
τη Χίο, τις Κυδωνίες, τα Ψαρά και την Σμύρνη, οι
οποίοι είχαν δοκιμάσει την τουρκική θηριωδία και
αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις κατακαμένες
ιδιαίτερες πατρίδες τους. Οι πρόσφυγες αυτοί
εγκαταστάθηκαν στους πρόποδες της Άνω Σύρου,
γύρω από το λιμάνι, όπου ίδρυσαν την Ερμούπολη. Η
νέα πόλη γνώρισε αλματώδη άνθηση και σύντομα
έγινε το σημαντικότερο, αν όχι και το πρώτο,
κέντρο του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους. Υπήρξε
κέντρο αντιπολίτευσης κατά του κυβερνήτη Ιωάννη
Καποδίστρια, όπως και αργότερα κατά του Όθωνα.
Από εδώ ξεκίνησε η εξέγερση του Νικολάου
Λεωστάκου και άλλων το 1862, που συνέβαλε στην
εκθρόνιση του Όθωνα. Μεταξύ 1830 και 1870 η άνοδος της
Σύρου υπήρξε θεαματική . Τότε ιδρύθηκαν σχολεία,
σύλλογοι με υψηλούς πνευματικούς στόχους,
τράπεζες, ασφαλιστικές, ατμοπλοϊκές και
ναυτιλιακές εταιρίες, επαγγελματικά σωματεία
και ναυπηγεία. Εδώ ξέσπασε το 1879 η πρώτη εργατική
απεργία που συντάραξε την κοινωνία της εποχής.
Στα τυπογραφεία της τυπώθηκαν αξιόλογα βιβλία
και πολλές εφημερίδες. Η παρακμή άρχισε σταδιακά
από το 1870 με τη διάνοιξη του Ισθμού της Κορίνθου,
την κατασκευή του σιδηροδρομικού δικτύου και
κυρίως την ανάδειξη του Πειραιά σε πρώτο λιμάνι
της χώρας.
Το 1866 η Σύρος λειτούργησε ως κέντρο ανεφοδιασμού
του ελληνικού στόλου που ενίσχυσε την Κρητική
Επανάσταση και στη συνέχεια δέχτηκε κύματα
Κρητών προσφύγων. Μία από τις οικογένειες που
κατέφυγαν στο νησί ήταν του Ελευθέριου
Βενιζέλου, μετέπειτα πρωθυπουργού της Ελλάδας
και βασικού παράγοντα στην πολιτική ζωή του 20ου
αιώνα. Το 1912, κατά τους Βαλκανικούς πολέμους,
στο λιμάνι της Ερμούπολης είχε αγκυροβολήσει το
πλοίο <<Μακεδονία>> , το οποίο όμως
βυθίστηκε από το τουρκικό αντιτορπιλικό
<<Χαμιδιέ>>.
Το 1922 η Σύρος δέχτηκε πάλι κύματα προσφύγων, νέα
θύματα της τουρκικής θηριωδίας κατά την
Μικρασιατική καταστροφή. Κατά τη διάρκεια του Β΄
Παγκοσμίου πολέμου οι Συριανοί γνώρισαν την
ιταλική και τη γερμανική κατοχή και οργάνωσαν
σθεναρή αντίσταση. Ένας απ' τους πρωτεργάτες της
ήταν και ο καθολικός επίσκοπος Αντώνιος -
Γρηγόριος Βουτσίνος. Ο λαός της Σύρου
δοκιμάστηκε σκληρά κατά το φοβερό χειμώνα του
1941-42 και πολύς κόσμος περίπου 8000 άνθρωποι, πέθανε
από πείνα και βασανιστήρια. Ο πληθυσμός μειώθηκε
εκ νέου κατά τη δεκαετία του 1950, όταν οι Συριανοί
εγκατέλειψαν τα πατρογονικά τους σε αναζήτηση
καλύτερης τύχης στην Αθήνα ή άλλες
μεγαλουπόλεις.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 όμως,
παρατηρείται σαφής ανοδική πορεία και σημαντική
βελτίωση της οικονομίας του νησιού.
ΑΝΩ ΣΥΡΟΣ
Η ΄Ανω Σύρος είναι ένας από τους παλαιότερους και
ιστορικότερους δήμους της Ελλάδας. Είναι μία
καθαρά μεσαιωνική πόλη που διατηρείται σχεδόν
αναλλοίωτη μέχρι τις μέρες μας. Δημιουργήθηκε
σταδιακά από τον 8ο αιώνα και εξής, πάνω σε ένα
λόφο μακριά από τη θάλασσα και πήρε τη σημερινή
μορφή της τον 13ο αιώνα. Η ΄Ανω Σύρος, η Απάνω Χώρα
όπως την αποκαλούν οι ντόπιοι, διατηρεί όλη τη
μεσαιωνική γοητεία της. Αποτελεί χαρακτηριστικό
δείγμα της αρχιτεκτονικής της εποχής κατά την
οποία δημιουργήθηκε. Για να προστατευτούν οι
Συριανοί από τις πειρατικές επιδρομές, έχτισαν
τα σπίτια τους έτσι ώστε οι εξωτερικοί τοίχοι
τους να αποτελούν φυσική οχύρωση με ενιαίο
προστατευτικό μέτωπο. Οι μικροί στενοί δρόμοι
κάτω από τις καμάρες,τα στεάδια όπως ονομάζονται,
έδιναν τη δυνατότητα στους κατοίκους να
κρύβονται εύκολα όταν αντιλαμβάνονταν
επερχόμενο κίνδυνο. Οι μεγάλες πύλες που και
σήμερα καθορίζουν την είσοδο στο λόφο, η Πορτάρα,
το Κάτω και το Επάνω Τέρμα, τα Σκαλάκια, ο
Σα-Μπαστιάς, κλείνονταν με ξύλινες πόρτες που
εξασφάλιζαν τον πληθυσμό από κάποια πιθανή
νυχτερινή επιδρομή. Είναι χαρακτηριστικό το
γεγονός ότι στα έγγραφα περασμένων αιώνων ο
λόφος ονομάζεται Κάστρο.
Στο Επάνω Τέρμα της ΄Ανω Σύρου στήθηκε το 1984 η
προτομή του Συριανού φιλοσόφου του 6ου π.Χ. αιώνα
Φερεκύδη, έργο του Απανωσυριανού ζωγράφου -
γλύπτη Αντώνη Καλλέγια. Ο ναός του Αγίου Γεωργίου
δεσπόζει στο λόφο της ΄Ανω Σύρου. Η θέα που
προσφέρει είναι μοναδική: στα πόδια του λόφου
απλώνεται η Ερμούπολη με το λιμάνι και πέρα
μακριά διακρίνονται η Τήνος, η Μύκονος και η
Πάρος. Η εκκλησία είναι ένας από τους
παλαιότερους καθολικούς ναούς της Σύρου.
Ιδρύθηκε λίγο μετά το 1200, αλλά καταστράφηκε από
τους Τούρκους το 1617 και ξαναχτίστηκε το 1834.
Αποτελεί εξαιρετικό δείγμα τρίκλιτης βασιλικής
και κοσμείται με ενδιαφέρουσες εικόνες:
ξεχωρίζει η <<Παναγία της Ελπίδος>>, στην
οποία όλοι οι Συριανοί καθολικοί αποδίδουν
μεγάλη ευλάβεια. Απο τα πιο σημαντικά
αφιερώματα στο ναό είναι ένα ασημένιο καραβάκι
που κρέμεται στο μέσον περίπου του αριστερού
κλίτους. Πρόκειται για το ομοίωμα του γαλλικού
πλοίου <<Estafette>> ,που ήρθε σε βοήθεια των
Συριανών όταν αυτοί απειλήθηκαν από τις
επιδρομές του Νέστορα Φαζιόλη.
Στα βόρεια του ΄Αη-Γιώργη, στο χώρο όπου παλιά
στεγαζόταν το Ιεροσπουδαστήριο, λειτουργεί από
το 1987 το Κέντρο Ιστορικών Μελετών της Καθολικής
Επισκοπής Σύρου, με σημαντικά έγγραφα που
αναφέρονται στην ιστορία του νησιού από τα μέσα
του 17ου αιώνα και εξής.
Ο δρόμος που κατεβαίνει από τον ΄Αη-Γιώργη περνά
μπροστά από το μοναστήρι των Ιησουιτών,
αφιερωμένο στην Παναγία του Καρμήλου. Εδώ
στεγάζεται μια δεύτερη σημαντική συλλογή
εγγράφων, βιβλίων και παλαιών αντικειμένων. Στη
μονή λειτουργεί και ξενώνας,όπου οι μοναχοί
είναι πάντα πρόθυμοι να εξυπηρετήσουν τον
επισκέπτη ή τον ερευνητή.
Κατηφορίζοντας συναντάμε το ναό του Αγίου
Αντωνίου,στο προαύλιο του οποίου υπάρχει το
μοναδικό δέντρο της ΄Ανω Σύρου. Εδώ στήθηκε το 1992
η προτομή του Απανωσυριανού λογοτέχνη
Βελισσάριου Φρέρη (1900-68),έργο και αυτό του Αντώνη
Καλλέγια. Λίγο πιο κάτω, βρίσκεται ο ναός του
Αγίου Ιωάννου, που χτίστηκε το 1635 και ανήκει στο
μοναστήρι των Καπουτσίνων, στο οποίο λειτουργεί
και ξενώνας. Και στη μονή αυτή υπάρχει
ενδιαφέρουσα συλλογή εγγράφων. Δίπλα στο ναό
βρίσκεται το Ηρώο της ΄Ανω Σύρου,αφιερωμένο
στους νεκρούς των πολέμων 1912-22.
Ακολουθώντας το δρόμο φτάνουμε στην πλατεία του
Μάρκου Βαμβακάρη,όπου το 1988 στήθηκε η προτομή του
Απανωχωρίτη ρεμπέτη, δημιουργού της διάσημης
<<Φραγκοσυριανής>>. Είναι το τρίτο γλυπτό
του Αντώνη Καλλέγια που στήθηκε στην ΄Ανω Σύρο.
Μουσείο αφιερωμένο στη ζωή και το έργο του Μάρκου
ιδρύθηκε το 1993 με τη φροντίδα του Δήμου ΄Ανω
Σύρου στην Πιάτσα.
|